Νήσος Ντία (2010-)
Η αρχαιολογική επιφανειακή έρευνα στη Ντία, την ερημόνησο στο Κρητικό Πέλαγος, απέναντι από την πόλη και το λιμάνι του Ηρακλείου, ξεκίνησε το 2010, στο πλαίσιο μιας προγραμματικής σύμβασης ανάμεσα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και τον τέως Δήμο Γουβών, τον σημερινό Δήμο Χερσονήσου.
Έχει ως στόχο να διακρίνει και να αποκωδικοποιήσει γενικά και ειδικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά αυτού του νησιωτικού τοπίου από την Προϊστορία έως τη σύγχρονη εποχή, και να εκτιμήσει τη θέση και τη σημασία του στις ιστορικές συνάφειες της Κρήτης, του Αιγαίου και της Μεσογείου. Το πρόγραμμα έχει ερευνητικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα – στο πεδίο και στη μελέτη των ευρημάτων συνεργάζονται εν πολλοίς προπτυχιακοί/ές και μεταπτυχιακοί/ές φοιτητές/φοιτήτριες και πτυχιούχοι του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας.
Στο ανθρωπογενές περιβάλλον όλου του νησιού κυριαρχούν διάσπαρτες ξηρολιθικές κατασκευές. Πυκνοί τοίχοι οριοθετούν, πράγματι, περασμένες εγκαταστάσεις και τη γη που εκμεταλλεύονταν. Πρόκειται, κυρίως, για: αγροκτήματα με τις οικίες, τα προσκτίσματα και τους περιβόλους τους· πολυάριθμους λιθοσωρούς, συνήθως σε συστάδες· αμυντικές τοιχοδομίες, και, μάλιστα, ένα ισχυρό τείχος που επισήμαναν οι Χ. Κριτζάς και Σ. Αλεξίου τη δεκαετία του 1970.
Στα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του νησιού περιλαμβάνονται, επίσης, τοίχοι θεμελίωσης κτηρίων, δύο δεξαμενές με κονίαμα και άλλα μέρη αρχαίου υδρευτικού συστήματος, πέντε τουλάχιστον ασβεστοκάμινα κ.ά. Τα τοπικά εξάλλου οικιστικά πρότυπα φανερώνουν:
- κατοίκηση στα παράλια και στην ενδοχώρα, που είναι ιδιαίτερα πυκνή περί τον κόλπο του Αγίου Γεωργίου, στα δυτικά, όπου ανιχνεύονται τα αρχιτεκτονικά υπολείμματα δύο τουλάχιστον μινωικών κτηρίων και διαχρονικές άλλες επιφανειακές ενδείξεις
- θρησκευτικά μνημεία, και, ιδίως, τα κατάλοιπα μιας βασιλικής στη θέση όπου στα μέσα του 20ού αιώνα κτίστηκε η εκκλησία της Αναλήψεως
- ένα δίκτυο μονοπατιών που διασφάλιζαν π.χ. την επικοινωνία μεταξύ των αγροικιών
- νεώτερες και σύγχρονες κατασκευές, όλες σε προχωρημένο στάδιο φθοράς.
Η επιφανειακή έρευνα απέδωσε, επίσης, μεγάλη ποσότητα κινητών ευρημάτων: άφθονα εργαλεία λαξευμένου λίθου, από τοπικό πυριτόλιθο αλλά, στην πλειονότητά τους, από οψιανό της Μήλου, τα οποία καθιστούν τη Ντία ένα πραγματικό προϊστορικό νησί-εργαστήριο λάξευσής τους· πλούσιες συγκεντρώσεις οστράκων από αγγεία μικρού και μέσου μεγέθους, ακόσμητα κυρίως αλλά και διακοσμημένα· θραύσματα γυάλινων και, πιο σπάνια, μεταλλικών αντικειμένων· κομμάτια πλίνθων και κεράμων· δύο νομίσματα του 17ου αιώνα· μερικές πίπες από την περίοδο της Τουρκοκρατίας· και αρκετά κομμάτια από οβίδες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα τέχνεργα αυτά έχουν ικανό χρονολογικό εύρος, από τη Νεολιθική περίοδο έως τη σύγχρονη εποχή – με εμφάσεις στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, κατόπιν στην Ελληνιστική, τη Ρωμαϊκή, τη Βυζαντινή, την Ενετική και την Οθωμανική περίοδο.
Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της έρευνάς μας αποκαλύπτουν, έτσι, μια μακρά και συνεκτική πολιτισμική ακολουθία – και επιβεβαιώνουν και συμπληρώνουν τις ελάχιστες αρχαιολογικές πληροφορίες από προηγούμενες έρευνες στο νησί. Ενδιαφέρουσα είναι για τους προϊστοριολόγους η εμφανής δυναμική της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3ης χιλιετίας), όταν η κεραμεική, κάποια μνημεία όπως το τείχος που προαναφέρθηκε, και η εντατική χρήση μηλιακού οψιανού για τις πρώιμες εργαλειοτεχνίες δείχνουν ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα στη Ντία απευθυνόταν εκτός από την Κρήτη και στις Κυκλάδες.